Περιγραφή
Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της Γραφής Γ’
[…] Όπως εις τους δύο πρώτους τόμους, ούτω και εις τον παρόντα τρίτον τόμον δεν ερμηνεύομεν αυθαιρέτως, αλλά δια πάσαν νέαν ερμηνείαν αναπτύσσομεν επιχειρηματολογίαν. Αν επιτυγχάνωμεν εις τας ερμηνείας, χάρις τω Θεώ, ο οποίος επιβλέπει εις όσους εγκύπτουν εις τον λόγον του εκ πίστεως και ζήλου και φωτίζει την διάνοιάν των. Αν αποτυγχάνωμεν, η αποτυχία αποδοτέα εις την ημετέραν ατέλειαν. Το τέλειον θα έλθη εις το μέλλον, όταν θα ίδωμεν πρόσωπον προς πρόσωπον (Α’ Κορ. 13:10-12). Αι ευμενείς πάντως κρίσεις, των οποίων έτυχον οι δύο πρώτοι τόμοι, ενεθάρρυναν ημάς εις την συγγραφήν και έκδοσιν του παρόντος τρίτου τόμου.
Παραδίδομεν και τον τόμον τούτον εις την αγάπην και την κρίσιν όσων αγαπούν τον λόγον του Θεού και εκτιμούν πάσαν φιλότιμον προσπάθειαν προς καλλιτέραν ερμηνείαν του. Εκφράζομεν δε την πεποίθησιν και την χαράν, ότι και εις την πεζήν εποχήν, κατά την οποίαν ζώμεν, αρκετοί είνε ζηλωταί του λόγου του Θεού, κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί. Οι δε ζηλωταί του λόγου του Θεού θέλγονται εκ της μελέτης της Γραφής, και όταν νέαι ερμηνείαι εις δύσκολα χωρία της Γραφής διατυπώνωνται και δι’ αυστηράς επιχειρηματολογίας κατοχυρώνωνται, τέρπονται και δοξάζουν τον Θεόν.
Είθε η εργασία αυτή να γίνη αφορμή δια να ερευνηθή προσεκτικώτερον, εξηγηθή επιτυχέστερον και εκτιμηθή περισσότερον ο λόγος του Θεού, ο οποίος δύναται “εποικοδομήσαι και δούναι ημίν κληρονομίαν εν τοις ηγιασμένοις πάσιν” (Πράξ. 20:32). (Από τον πρόλογο της έκδοσης)