
ΟΜΙΛΙΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΝΕΑΣ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ κ.κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α’

Πανοσιολογιώτατε Ηγούμενε κ. Δαμασκηνέ,
Διπλός ο σκοπός της έλευσής μας, σήμερα, στην Ιερά Αυτή Μονή της Παναγίας της Τροοδιτίσσης. Κατάφορτοι, πρώτα, από αναμνήσεις, και εν αναμονή της κοινής αναστάσεως και της συνάντησης και πάλι μαζί του, τελέσαμε πριν από λίγο το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο του αοιδίμου Ηγουμένου Αθανασίου. Έχουμε την αίσθηση ότι, με παραχώρηση του Θεού, ο Γέροντας βρίσκεται μαζί μας και χαίρεται παρακολουθώντας μας, ύστερα, και στο δεύτερο σκέλος της αποστολής μας, στην ενθρόνιση σου ως Ηγουμένου της Ιεράς Αυτής Μονής και διάδοχου εκείνου.
Κι αφού μέσα στην αναστάσιμο περίοδο που διανύουμε, αναπέμψαμε επινικίους ύμνους προς τον Κύριο της ζωής και του θανάτου, με την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας, και ανεμνήσθημεν των εδώ ογδοηκονταπενταετών αγώνων του μακαριστού Ηγουμένου Αθανασίου, επικαλεστήκαμε επί σε την Χάριν του Παναγίου και Τελεταρχικού Πνεύματος, η οποία σε κατέστησε πνευματικό πατέρα και Ηγούμενον της Ιεράς αυτής Μονής.
Μαζί με τους συμμοναστές σου, η εμπιστοσύνη των οποίων προς το πρόσωπό σου εφάνη με την ομόφωνη ψήφο τους και τα πλήθη του λαού που συνέρρευσαν τόσο από τη Λεμεσό όσο και από την Πάφο, χαιρόμαστε κι εμείς για την επάξια εκλογή σου. Είμαστε σίγουροι ότι θα συναγάλλονται μαζί μας και «οἱ ἐν οὐρανίοις θαλάμοις» ευρισκόμενοι προκάτοχοί σου, Παγκράτιος και Αθανάσιος γιατί στο πρόσωπό σου συνάντησαν τον άξιο συνεχιστή του έργου τους.
Η από της νεανικής σου ηλικίας μαθητεία σου κοντά στον προκάτοχο και πνευματικό σου πατέρα, αλλά και η πενταετής αναπλήρωση του κατά τη διάρκεια της ασθένειας και του γήρατός του, σε εδίδαξαν ότι το ηγουμενικό αξίωμα, ως επιστασία ψυχών «οὐκ ἄνεσις, οὐδὲ τροφή, οὐδ’ ἀρχὴ ἀνεξέταστος, ἀλλ’ ἔργον ἐστὶ καὶ φροντίς ἐστις καὶ λειτουργία ὑπεύθυνος». Δεν είναι καύχηση και προβολή, αλλά ταπείνωση, συνεχής προσφορά, οδυνηρή θυσία.
Γι’ αυτό και χρειάζεται «σύνεσις καὶ ἐμπειρία πολλὴ καὶ τρόπων ὀρθότης καὶ καθαρότης βίου καὶ μείζων ἀρετὴ καὶ παρρησία μεγάλη». Γνωρίζεις πολύ καλά ότι η Ιερά Μονή Τροοδιτίσσης δεν είναι μόνον η μονή μετανοίας, ο τόπος άσκησης ενός μικρού αριθμού ατόμων που εγκατέλειψαν τα πάντα και επιδιώκουν την ηθική και πνευματική τελείωσή τους. Είναι και πνευματικό κέντρο της περιοχής, αλλά και ολόκληρης της Κύπρου. Πολλοί έχουν στραμμένο το βλέμμα τους εδώ και απ’ εδώ αναμένουν καθοδήγηση, πνευματικό λόγο, παράδειγμα προς μίμηση, πρότυπο για να ακολουθήσουν. «Πρόσεχε, λοιπόν, σεαυτῷ», ώστε να ζεις και να πολιτεύεσαι κατά το παράγγελμα του αποστόλου Παύλου, «μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδοὺς προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία» (Κορ. Β΄, στ΄, 3), «ἀλλὰ τύπος γίνου» και των μοναχών και των πιστών «ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ» (Α΄ Τιμ. δ΄ , 12).
Μιλώντας σε ανθρώπους που εκπροσωπούν κάποιο κοινωνικό φορέα, συνηθίζω, τονίζοντας τις ευθύνες τους, να τους υπενθυμίζω τα λόγια και την προτροπή του Χριστού «Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου». Εσείς είστε το φως του κόσμου. Θα ήθελα αυτή την προτροπή να επαναλάβω σήμερα και για σένα, άγιε Ηγούμενε. Εξάλλου αυτή η προτροπή απευθύνθηκε από τον Χριστό τότε προς τους αποστόλους και αφορά πρώτιστα όλους εμάς τους κληρικούς κι ύστερα όσους κατέχουν ηγετική θέση στην κοινωνία. Το φυσικό φως έχει τρεις κύριες ιδιότητες. Και το πνευματικό φως έχει αλληγορικά, τις ίδιες ιδιότητες.
Το φως είναι πρώτα η γενεσιουργός αιτία του Οξυγόνου. Χάρις στο φως έχουμε τη φωτοσύνθεση, εκείνη δηλαδή τη λειτουργία με την οποία από τα πράσινα μέρη των φυτών παράγεται το Οξυγόνο. Χωρίς το φως δεν θα είχαμε επομένως Οξυγόνο, δεν θα μπορούσαμε να αναπνεύσουμε, δεν θα υπήρχε ζωή. Μα και χωρίς το πνευματικό οξυγόνο δεν μπορεί να υπάρξει πνευματική ζωή. Οφείλουμε, λοιπόν, οι κληρικοί, και ιδιαίτερα εσύ άγιε Ηγούμενε, να γίνεις η αιτία, το πνευματικό φως, για να υπάρξει αυτό το οξυγόνο, να ζήσει πνευματικά ο κόσμος.
Το φως είναι ύστερα, και η αιτία της γνώσης. Χωρίς φως δεν θα μπορούσαν να γραφούν και να διαβαστούν βιβλία, δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν και να λειτουργήσουν σχολεία και πανεπιστήμια, δεν θα ήταν δυνατή η πρόσβαση στη γνώση. Και εσείς Άγιε Ηγούμενε θα πρέπει να οδηγήσετε, ενεργώντας με αυτή την ιδιότητα του φωτός, τους μοναχούς, που σου εμπιστεύθηκε ο Θεός, αλλά και όσους καταφεύγουν στην Ιερά Μονή Τροοδιτίσσης ζητώντας καθοδήγηση, κοντά στον Χριστό, στον οποίο βρίσκονται «οἱ θησαυροὶ τῆς γνώσεως οἱ ἀπόκρυφοι».
Τέλος το φως δημιουργεί την αίσθηση της ασφάλειας στους ανθρώπους. Ένας χώρος στον οποίο επικρατεί το σκοτάδι, φαίνεται να έχει ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Μας δημιουργεί το αίσθημα της ανασφάλειας. Φοβούμαστε, δεν μπορούμε να βαδίσουμε σ’ αυτό. Έρχεται, όμως, το φως και η ασφάλεια αποκαθίσταται στους ανθρώπους. Μακριά από τον Χριστό και τη διδασκαλία του, ο άνθρωπος πελαγοδρομεί, βαδίζει στα σκοτάδια, χάνει τον προορισμό του. Θα πρέπει ο κάθε κληρικός, και ιδιαίτερα εσείς Άγιε Ηγούμενε, με λόγια και έργα, κήρυγμα και παράδειγμα να αποκαταστήσετε το αίσθημα της ασφάλειας στον άνθρωπο.
Ξέρεις, όμως, Πανοσιολογιότατε, ότι έχεις και δεύτερο, εξίσου σημαντικό καθήκον να επιτελέσεις. Πέραν από τον θρησκευτικό και ηθικό καταρτισμό των όσων προσφεύγουν στη Μονή σου, θα πρέπει να επιδιώξεις και τον εθνικό τους καταρτισμό. Δύο ήταν πάντοτε οι πόλοι γύρω από τους οποίους στρεφόμαστε ως Χριστιανοί και ως Έλληνες: Η πίστη και η πατρίδα. Η προσήλωσή μας σε αυτούς τους δύο πόλους ήταν εκείνη που μας έδωσε τη δυνατότητα να επιβιώσουμε, μακράν από τον κύριο ελληνικό κορμό, μέσα από τόσους διωγμούς, σφαγές, καταστροφές και διώξεις, κάτω από τη μακραίωνη δουλεία σε αλλοθρήσκους και αλλόφυλους κατακτητές. Συντηρητής αυτής της προσήλωσης ήταν πάντοτε η Εκκλησία. Και οι ιερές μας μονές έγιναν πάντα και κέντρα εθνικού φρονηματισμού του λαού. Αυτές, πρόσφατα, απέκρυβαν τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ, τροφοδοτούσαν τους αντάρτες, οι ίδιοι οι μοναχοί λάμβαναν μέρος σε ενέδρες και άλλες αποστολές. Η Ιερά αυτή Μονή, όπως είναι γνωστό, διέσωσε από βέβαιη σύλληψη τον αρχηγό και υπαρχηγό της ΕΟΚΑ, μια νύκτα κατά τη διάρκεια του αγώνα που κινδύνεψαν άμεσα.
Πέρα λοιπόν της μέριμνάς σου για διατήρηση άσβεστης της φλόγας της χριστιανικής μας πίστης, οφείλεις να κρατάς αναμμένη και τη λαμπάδα της ελληνικής συνείδησης στον λαό μας. Στις κατά Κυριακή ομιλίες, μετά τη Θεία Λειτουργία, στους πιστούς, φρόντιζε να τους υπενθυμίζεις και το χρέος προς την κατεχόμενη πατρίδα μας και να συντηρείς κατακόρυφο το φρόνημα για απελευθέρωση.
Γνωρίζεις ασφαλέστατα, άγιε Ηγούμενε, ότι στις μέρες μας ακούονται πολλές αντιμοναστικές φωνές. Είναι πολλοί, που δεν διαβλέπουν κανένα όφελος από την ύπαρξη Μονών και μοναχών· που εξαντλούν την πίστη μας σ’ ένα σύνολο κοινωνικών υπηρεσιών· που τους διαφεύγει η διείσδυση στα βάθη του πνεύματος και η νοερά προσευχή. Είναι κι αυτός ένας λόγος που στις μέρες μας οι μοναχικές κλήσεις ελαττώθηκαν. Υπάρχουν και οι παντοτινοί κατήγοροι της Εκκλησίας. «Οἱ τὰ πάντα κακίζοντες καὶ εἰς οὐδὲν ἀρεσκόμενοι».
Πότε, στ’ αλήθεια, όμως, εσίγησεν ο άνεμος της απιστίας; Πότε τα ποικιλώνυμα κύματα και οι φουρτούνες του κόσμου τούτου σταμάτησαν να κτυπούν το σκάφος της Εκκλησίας; Ας θυμηθούμε, όμως, τί λέει στην περίπτωση αυτή ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Τοιοῦτον ἔχει μέγεθος ἡ Ἐκκλησία. Πολεμουμένη νικᾷ. Ἐπιβουλευομένη περιγίνεται. «Ὑβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται. Δέχεται τραύματα, καὶ οὐ καταπίπτει ὑπὸ τῶν ἑλκῶν. Κλυδωνίζεται, αλλ’ οὐ καταποντίζεται. Χειμάζεται, ἀλλὰ ναυάγιον οὐχ ὑπομένει». Κι αυτό, γιατί η Εκκλησία είναι θεμελιωμένη στον ακρογωνιαίο λίθο, τον Χριστό. «Καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ’ ὅν δ’ ἄν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν».
Δυστυχώς και δικά μας σφάλματα, ακραίοι ζηλωτισμοί στην Εκκλησία, οι οποίοι επιζήτησαν τελευταίως να εισέλθουν και εις την Μητρόπολιν Πάφου, αλλά και το αντίθετο, μια εντελώς εκκοσμικευμένη θεώρηση της Εκκλησίας, απομακρύνουν πολλούς από την Εκκλησία. Όλα αυτά δεν θα πρέπει να μας απογοητεύουν. Γι’ αυτό και προχώρα, πανοσιολογιώτατε, «ἐν δυνάμει Κυρίου» και «ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος Αὐτοῦ». «Μὴ δειλιάσῃς, μηδὲ φοβηθῇς». Οι ευχές όλων μας, των συλλειτουργούντων αγίων αρχιερέων της Εκκλησίας μας, του κλήρου και του λαού που συμμετέχουν σήμερα στη χαρά της Ιεράς αυτής Μονής και της Εκκλησίας γενικότερα θα σε συνοδεύουν.
«Ἴσχυε», λοιπόν, «καὶ ἀνδρίζου». Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴη μετὰ σοῦ, φωτίζουσα, στηρίζουσα καὶ συνετίζουσά σε πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου.
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΡΟΟΔΙΤΙΣΣΗΣ ΑΡΧΙΜ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ

“Ο κλήρος έπεσε στον Ιωνά!”
Και ο μεν Ιωνάς κατέβηκε πολύ βαθειά, στον βυθό της θαλάσσης (που συμβόλιζε την ταφή του Χριστού)· ο Ισαάκ, πάλιν, ανέβηκε πολύ ψηλά, στο βουνό (που συμβόλιζε το πάθος και την Σταύρωση του Χριστού μας)· σε μένα δε, που ούτε ανέβηκα ούτε κατέβηκα, έπεσεν ο κλήρος της Ηγουμενίας, με το φορτίο της βαρύ. Πέραν όμως τούτου, βαρειά έπεσε και η παραδοθείσα σε μένα κληρονομιά και παρακαταθήκη του προκατόχου μου Ηγουμένου, του πολυσεβάστου και πολυαγαπημένου μου Γέροντος Αθανασίου.
Κάνοντας μια σύντομη ανασκόπηση της ζωής μου, θεωρώ, και πιστεύω ακράδαντα, πως το σχέδιο του Θεού, για μένα, “προ καταβολής κόσμου”, ήτο να γίνω Μοναχός, και μάλιστα Μοναχός στην παλαίφατον αυτήν Μονήν της Τροοδιτίσσης.
Γεννήθηκα, από γονείς ευσεβείς, την 9η Φεβρουαρίου του έτους 1957, ημέραν της αποδόσεως της εορτής της Υπαπαντής του Χριστού. Η παιδική και εφηβική μου ηλικία ήταν όμορφη και ομαλή. Πέρασα την δημοτική και μέση Εκπαίδευση, χωρίς οποιαδήποτε προβλήματα.
Θυμάμαι, και μου κάνει εντύπωση αυτό, πώς, σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού αλλά και του Γυμνασίου και του Λυκείου, με ψήφιζαν πάντοτε πρόεδρο της τάξης· και, ιδού τώρα, με ψηφίζουν και ενθρονίζουν Ηγούμενον της Ιεράς Μονής Τροοδιτίσσης. Ειλικρινά, δεν καταλαβαίνω το πώς και γιατί όλα αυτά.
Σε όλη μου την ζωή, ήμουνα κοντά στην Εκκλησία. Ιδιαίτερα όμως, πλησίασα έτι περισσότερον και πιο συνειδητά την Εκκλησία, από τον καιρό της στρατιωτικής μου θητείας, μετά που γνώρισα τον Γέροντά μου Αθανάσιο, Ηγούμενο της Ιεράς αυτής Μονής. Από τότε, τον κράτησα για πνευματικό μου, επί 50 συναπτά έτη, μέχρι του τέλους της επίγειας ζωής του.
Όταν τελείωσα τα GCE μου στην Κύπρο, εξασφάλισα εγγραφή σε Πανεπιστήμιο της Αγγλίας, από το οποίο αποφοίτησα με το πτυχίο του Πολιτικού Μηχανικού, B.Sc (Honours).
Η τριετής φοίτησή μου στην Αγγλία, υπήρξε για μένα πολύ καθοριστική. Εκεί, ομολογουμένως, έζησα την πιο πνευματική μου ζωή, ως λαϊκός φοιτητής που ήμουν, κοντά στην Εκκλησία του Αποστόλου Ανδρέου, στο Kentish Town του Λονδίνου.
Στον δεύτερο ήδη χρόνο της φοίτησής μου, είχεν αρχίσει και η αντίστροφη μέτρηση για τον μοναχισμό, μετά που διάβασα το βιβλίο “ο Γέροντας Σιλουανός” (έτσι ήταν ο τίτλος του βιβλίου, πριν ακόμη ανακηρυχθεί άγιος), που έγραψεν ο άγιος Σωφρόνιος, του Έσσεξ Αγγλίας. Έχω έκτυπες στην μνήμη μου τις γραμμές εκείνες που διάβασα και τις σκέψεις που έκανα τότε για τον Μοναχισμό. Μάλιστα, όταν ήρθε η ώρα να πάρω την τελική μου απόφαση, μετά το πέρας των σπουδών μου, στην σκέψη μου ήρθε και πάλιν αρωγός ο ταπεινός αυτός άγιος, ο “Γέροντας Σιλουανός”. Είναι εδώ που βλέπω το χέρι του Θεού, να με καθοδηγεί στον Μοναχισμό, και πιο συγκεκριμένα, στην Iερά Μονή Τροοδιτίσσης.
Παρόλο, που το όνειρό μου ήταν να σπούδαζα στην Ελλάδα, μένοντας σε Χριστιανικό οικοτροφείο, βρέθηκα τελικά στην Αγγλία.
Πιστεύω, και είμαι σίγουρος γι’ αυτό, πως τούτο ήταν μέσα στο σχέδιο του Θεού. Γιατί, το Λονδίνο, στάθηκε για μένα ο ενδιάμεσος σταθμός, για να καταλήξω τελικά στον Μοναχισμό και την Ιερά Μονή Τροοδιτίσσης.
Το να σκέφτεται κανείς να ακολουθήσει τον Μοναχισμό, δεν είναι και τόσο δύσκολο πράγμα. Δύσκολο, είναι να πάρει κανείς την τελική απόφαση, να εγκαταλείψει τον κόσμο και τα εγκόσμια και να κλειστεί σε Μοναστήρι.
Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός, ότι όταν πήρα την τελική μου αυτή απόφαση, να ενταχθώ στον Μοναχισμό, το μόνο που δεν σκέφτηκα, ήταν το πού να μονάσω. Για μένα, η Ιερά Μονή Τροοδιτίσσης ήτο δεδομένη.
Ομολογώ συνειδητά, πως αν υπήρχε τρόπος να έστρεφα τον χρόνο πίσω και να αποφάσιζα εκ νέου, πάλιν τον Μοναχισμό θα επέλεγα· όχι όμως κάπου αλλού, παρά μόνο εδώ, στο Μοναστήρι της Παναγίας της Τροοδιτίσσης! Ευχαριστώ και δοξάζω τον Θεό για όλα!!!
Τον Γέροντα μου Αθανάσιο, ως πνευματικό μου, τον γνωρίζω, όπως ήδη ανάφερα, εδώ και 50 χρόνια. Θυμάμαι, διανύοντας το 18ο έτος της ηλικίας μου, όταν έχασα τον πνευματικό μου, ο οποίος είχε μετοικήσει στην Αθήνα, έψαχνα για καινούργιο πνευματικό. Τότε ήταν, που κάποιος θεολόγος, ο Θεός να τον έχει καλά, μου σύστησε για πνευματικό, τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Τροοδιτίσσης, Αθανάσιο.
Πήρα αμέσως το αγροτικό λεωφορείο, ο “Γέρο Δήμος”, και ήρθα για πρώτη φορά στην Τροοδίτισσα και εξομολογήθηκα στον Γέροντα. Την επόμενη φορά, έφερα μαζί μου και ένα καρδιακό μου φίλο, με τον οποίο είχαμε προηγουμένως τον ίδιο πνευματικό.
Φεύγοντας από το μοναστήρι, όταν φθάσαμε ήδη στην Λεμεσό, τον ρώτησα: “τι λες, να κρατήσουμε για πνευματικό μας τον Γέροντα Αθανάσιο, της Τροοδιτίσσης;
Η απάντηση του ήταν, “να σου πω· δεν είναι και σπουδαίος αυτός· προτιμώ έναν, που να έχει διορατικό και προορατικό χάρισμα”.
Αυθόρμητα, τότε, του απάντησα: “Να σου πω· ούτε και εγώ είμαι σπουδαίος, γι’ αυτό και μου αρκεί ο συγκεκριμένος Γέροντας”.
Η ταπεινή αυτή αίσθηση και ομολογία, στάθηκε για μένα, όπως καταλαβαίνετε, ωφέλιμη και σωτήρια· ώστε να συνεχίσει η ζωή μου ομαλά και να καταλήξει στο Μοναστήρι της Τροοδιτίσσης, χάρη στην προσωπικότητα του αειμνήστου Γέροντός μου Αθανασίου.
Και τώρα, στα 68 μου, διανύοντας ήδη το 43ο έτος της μοναχικής μου ζωής, βεβαιώνω πως, Θεού επιτρέποντος, εδώ θα αφήσω και εγώ την τελευταία μου πνοή.
Πέραν όμως της προσωπικότητας του μακαριστού Γέροντός μου Αθανασίου, σημαντικό ρόλο, στην επιλογή της Μονής της μετανοίας μου, διαδραμάτισε και αυτή η ίδια η Μονή της Τροοδιτίσσης.
Δύο βασικά πράγματα, τα οποία πραγματικά με θέλγουν, σε σχέση με την Ιερά αυτή Μονή, είναι η κυριαρχούσα απλότης και αγάπη των μελών της Αδελφότητος· στοιχεία, πάρα πολύ σημαντικά για έναν Μοναχό! Αγάπη και απλότης…
Επειδή, σήμερα, τελούμε παράλληλα και το 40νθήμερο Μνημόσυνο του αειμνήστου Γέροντός μας Αθανασίου, επιτρέψτε μου να αναφερθώ και πάλιν στο σεβάσμιο του πρόσωπο, για να πω με επίγνωση, ότι ο Γέροντας αυτός ήτο ανεπανάληπτος!
Ασκούσε πάντοτε στην ζωή του, το “λάθε βιών”. Απέφευγε τις πολλές σχέσεις, όχι μόνο με πολιτικούς παράγοντες, αλλά και με Εκκλησιαστικούς. Ήταν, ταυτόχρονα, με όλους και με κανένα! Ήξερε να κρύβει την αρετή του -αυτό κι αν είναι αρετή- πράγμα δύσκολο και δυσκολοκατόρθωτο. Ο Γέροντάς μας ήταν μακριά από κάθε ανθρωπαρέσκεια. Είχε Μοναχική συνείδηση, Εκκλησιαστική συνείδηση, Λειτουργική συνείδηση, και γενικά, Χριστιανική Ορθόδοξη συνείδηση. Πάντοτε “αλήθευε εν αγάπη”. Ήταν γνήσιος πατέρας, αληθινός πνευματικός, διακριτικός και ξεχώριζε η ομολογουμένη από όλους ιεροπρέπειά του…
Έχω όμως και ένα δεύτερο λόγο, που τα λέγω όλα αυτά:
Γιατί, αναφερόμενος στην σημερινή ημέρα της ενθρόνισής μου, ως Ηγουμένου, συγκρίνω, το ύψος που είχε φθάσει ο Γέροντάς μας Αθανάσιος, με το επίπεδο το δικό μου. Αρετές που κοσμούσαν τον Γέροντά μας, βλέπω να απουσιάζουν ή να βρίσκονται σε πολύ μικρό βαθμό στον ομιλούντα.
Οφείλω να ομολογήσω, πως τον Ηγούμενο θα πρέπει να τον διακρίνουν, πρωτίστως, η αγάπη. Όμως δεν βλέπω την αρετή αυτή να κυριαρχεί σε όλο μου το είναι. Πρέπει (τον Ηγούμενο) να τον διακρίνει και η ταπείνωση· αλλ’ ούτε αυτή την βρίσκω. Απαιτείται να έχει διάκριση, διακριτικό πνεύμα και φωτισμό· όμως και αυτά, δεν βλέπω να υπάρχουν, στον βαθμό που πρέπει. Αλλά, και αν γυρέψω να βρω την προσήνεια, την μακροθυμία, την πραότητα, διαπιστώνω, έλλειψη και αυτών των αρετών.
Υπάρχουν και άλλα πολλά, που θα πρέπει να κοσμούν τον Ηγούμενο· όμως, τα παρατρέχω, διά την στενότητα του χρόνου. Κοντολογίς, ο Ηγούμενος, θα πρέπει να είναι ένα άγαλμα, κοσμημένο με όλες τις αρετές, όπως ακριβώς ήταν ο Γέροντάς μας Αθανάσιος· κάτι που, επαναλαμβάνω, δεν βλέπω να συμβαίνει στον εαυτό μου.
Όμως, δεν τα βάζω κάτω!
Απευθύνομαι, τώρα, σε σένα, πολυσέβαστέ μου Γέροντα Αθανάσιε, και στην κοινή μας μητέρα Παναγία (την “μάμα σου”, όπως συνήθιζες να την αποκαλείς) και…“σκληρυνώ του αιτήσαι”:
— Δώσε μου διπλή την χάριν, την οποία συ είχες Γέροντά μου.
— Δώσε μου διπλή την χάριν, που εσύ είχες φυσική, αφού την είχες κάμει κτήμα σου, μέσα από τους πολυετείς αγώνες σου, αλλά και τα φυσικά σου χαρίσματα.
Εκείνα που εσύ είχες κτητικά, αιτούμαι διπλά να μου χαριστούν προσθετικά. (Ήδη ανέφερα, ότι “σκληρυνώ του αιτήσαι”). Και τούτο, τολμώ και το επιζητώ, γιατί, νιώθω μικρός και αδύναμος πνευματικά. Μήπως έτσι, μπορέσω και πλησιάσω κάπως, εσένα, τον προσφιλή και αοίδιμο μου Γέροντα Αθανάσιο της Τροοδιτίσσης.
Το ζητώ, όχι γιατί το αξίζω, αλλά χάριν των Πατέρων και Αδελφών της Αδελφότητός μας, που περίτρανα μού έδειξαν την αγάπη και την εμπιστοσύνη τους, με την ομόφωνο ψήφο τους, στην ανάδειξή μου εις την θέση αυτή της Ηγουμενίας. Το ζητώ, χάριν επίσης, της αγιωτάτης μας Εκκλησίας, την οποία καλούμαι να υπηρετήσω από την θέση του Ηγουμένου. Τέλος, το ζητώ και χάριν όλων των πιστών, οι οποίοι προσβλέπουν στο πρόσωπο του νέου Ηγουμένου.
Τελειώνω, λέγοντας, ότι ο αείμνηστος Γέροντάς μας Αθανάσιος, από τότε που έγινε Ηγούμενος, θέλησε να καταστήσει την Μονή μας πνευματική όαση, μέσα στην έρημο του κόσμου.
Υπόσχομαι ότι -με τις ευχές της Εκκλησίας μας και τις προσευχές των Πιστών μας- κύριο μέλημά μου και πρώτιστη φροντίδα μου, θα είναι -όχι οι οικοδομικές εγκαταστάσεις και τα ευπρεπιστικά έργα, αλλά- να καταστήσουμε τις ψυχές μας και κατ’ επέκταση την Μονή μας, πνευματική όαση, μέσα στην ερημία του κόσμου, προς σωτηρίαν ψυχών…
Εύχεστε!
(Από το Δελτίον Τύπου της Ι.Μ. Τροοδιτίσσης)