ΙΣΤΟΡΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΡΟΟΔΙΤΙΣΣΗΣ
Η Ιερά Μονή Τροοδιτίσσης είναι μια από τις αρχαιότερες Μονές του νησιού. Επειδή βρίσκεται μέσα στην τερπνότατη πευκοσκεπή αγκάλη της οροσειράς του Τροόδους, γι’ αυτό και προσφυέστατα έχει ονομαστεί «Τροοδίτισσα».
Παράδοση και ιστορία προσφέρουν αδιασάλευτη στήριξη στην σεβαστή αρχαιότητα της Μονής. Κατά τους χρόνους της εικονομαχίας, πολλοί ζηλωτές Μοναχοί έφυγαν κρυφά σε χώρες, όπως η Κύπρος, όπου δεν ίσχυε η θέληση του εικονομάχου Αυτοκράτορα. Η παράδοση προσθέτει ειδικότερα ότι ο Μοναχός, που είχε μαζί του μια εικόνα της Παναγίας, που αργότερα ονομάστηκε Τροοδίτισσα κατέφυγε στην Μονή του Αγίου Νικολάου των Γάτων, που βρίσκεται κοντά στο χωριό Ακρωτήρι της Λεμεσού. Ο Μοναχός έμεινε στην ονομαστή αυτή Μονή εικοσιπέντε περίπου χρόνια.
Στην συνέχεια, στον Μοναχό αυτόν δημιουργήθηκε ο πόθος να ακολουθήσει τον αναχωρητικό και ησυχαστικό τρόπο ζωής. Στην εκπλήρωση του ευσεβούς αυτού πόθου του τον βοήθησε η ίδια η Παναγία, αφού του παρουσιάστηκε καθ' ύπνον, και του υπέδειξε να μεταφέρει την εικόνα στον τόπο, πάνω από τον οποίο θα έβλεπε στήλη πυρός.
Ο ασκητής τότε, κρατώντας καλά τυλιγμένο τον ιερό του θησαυρό, την εικόνα της Παναγίας, ξεκίνησε κατευθυνόμενος προς το μυστηριώδες φως που έβλεπε. Στο τέλος, το φως αυτό τον οδήγησε σε ένα σπήλαιο, το μέχρι σήμερα γνωστό ως «το Σπήλαιο της Τροοδιτίσσης», το οποίο βρίσκεται σε κοντινή απόσταση στα βορειοανατολικά της Μονής.
Στο ειρηνικό και απόκοσμο αυτό σπήλαιο ο Μοναχός έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, αφιερωμένος στην νηστεία, αγρυπνία και αδιάλειπτη προσευχή.
Αργότερα ο Μοναχός αυτός απέθανε, χωρίς να αξιωθεί να κτίσει ναό, όπως το ποθούσε, για να στεγάσει με πλήρη ασφάλεια την εικόνα του.
Τα χρόνια περνούσαν και η εικόνα της Παναγίας έμενε μόνη μέσα στο σπήλαιο. Κατά το έτος 990 περίπου κάποιος ευσεβής βοσκός από το χωριό που ονομαζόταν Αφάμης, διέκρινε φως κάθε βράδυ μεταξύ βράχων ψηλά στα βουνά του Τροόδους.
Ήταν βέβαιος ότι δεν επρόκειτο για συνηθισμένο φως. Ανέφερε το γεγονός αυτό της μυστηριώδους εκείνης λάμψης και σε άλλους, και ξεκίνησε μια ομάδα συνοδευόμενη από ιερέα για να δουν τι συμβαίνει. Το φως εκείνο τους οδήγησε στην είσοδο ενός σπηλαίου. Όταν εισήλθαν στο σπήλαιο, προς μεγάλη τους έκπληξη, διεπίστωσαν ότι κανένας δεν κατοικούσε εκεί, ούτε υπήρχαν ορατά ίχνη ανθρώπου· παρόλ’ αυτά ένα καντήλι έκαιε μπροστά σε μια ωραιότατη εικόνα της Παρθένου Μαρίας.
Η ανακάλυψη του Σπηλαίου με την σεβάσμια εικόνα της Παναγίας και με το θαυμαστό φως συγκίνησε τούς ευσεβείς χριστιανούς και αποφασίστηκε ως επιβεβλημένο το κτίσιμο μικρού ναού πλησίον του ιερού Σπηλαίου.
Για τον σκοπό αυτό προσλήφθηκαν κτίστες από τα πλησίον χωριά και η εργασία της θεμελίωσης του ναού άρχισε, παρά τα εμπόδια στα οποία προσέκρουε, λόγω της μεγάλης κατωφέρειας που σχημάτιζε το έδαφος και της σκληρότητας των εκεί βράχων, η οποία καθιστούσε την χρησιμοποίησή τους δύσκολη και δαπανηρή.
Το απαραίτητο νερό για την κατασκευή του πηλού μεταφερόταν μέσα σε στάμνες από τον μικρό ποταμό ο οποίος έτρεχε σε μικρή απόσταση ανατολικά του Σπηλαίου. Αόρατη όμως δύναμη, σύμφωνα με την παράδοση, εμπόδιζε την μεταφορά, διότι οι στάμνες διαρκώς γλιστρούσαν από τούς ώμους των εργατών και θρυμματίζονταν πάνω στους βράχους. Αλλά και γενικότερα, δεν σημειωνόταν καμιά πρόοδος στο έργο της ανοικοδόμησης του ναού. Τι έπρεπε τότε να γίνει;
Κάποιο πρωί, εντελώς ανεξήγητα, βρέθηκε μια στάμνα γεμάτη καθαρό νερό προς τα δυτικά του Σπηλαίου, στην σημερινή τοποθεσία της Μονής. Αυτό ήταν έργο της πρόνοιας του Θεού, για να φανερώσει το σημείο στο οποίο κρυβόταν πηγή και που υπήρχε ευνοϊκή θέση για το κτίσιμο του ναού. Και πράγματι, έσκαψαν και ανακάλυψαν την ελπιζόμενη πηγή· και στο πλησίον αυτής ισοπέδωμα άρχισαν χωρίς αναβολή την θεμελίωση του ναού. Το έργο δεν εμποδίστηκε πλέον.
Μόλις συμπληρώθηκε το κτίσιμο του μικρού ναού, τοποθετήθηκε μέσα σ’ αυτόν η εικόνα της Παναγίας που βρέθηκε στο Σπήλαιο. Στην συνέχεια, επειδή ο τόπος ήταν κατάλληλος για ασκητές, αφού βρισκόταν μακριά από κατοικήσιμες περιοχές και υπήρχε απόλυτη ησυχία -απαραίτητη προϋπόθεση για τον Μοναχισμό- κτίστηκαν γύρω από τον ναό διάφορα κελλιά, τα οποία επανδρώθηκαν. Έτσι ο χώρος εξελίχθηκε σιγά σιγά σε Μοναστήρι.
Δυστυχώς, πολύ λίγες πληροφορίες έχουν διασωθεί για την ιστορία της Μονής της Τροοδιτίσσης, κατά την περίοδο της Λατινοκρατίας (1191-1571).
Μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Τούρκους το 1571, η Μονή μας πέρασε αρκετές δοκιμασίες. Το αποκορύφωμα των δοκιμασιών αυτών έλαβε χώρα το έτος 1585, κατά το οποίο οι Τούρκοι κατακτητές πυρπόλησαν και κατέστρεψαν ολόκληρη την Μονή. Ευτυχώς, διασώθηκαν η εικόνα της Παναγίας, η οποία βρέθηκε, κατά θαυμαστό τρόπο, κάτω από μια μηλιά στον παρακείμενο κήπο, καθώς και άλλα κειμήλια και εικόνες, που φυλάσσονται στο Καθολικό και στο Σκευοφυλάκιο της Μονής μέχρι τις μέρες μας. Όταν δε οι γενικότερες πολιτικοκοινωνικές συνθήκες το επέτρεψαν, οι λιγοστοί Μοναχοί της, οι οποίοι κατόρθωσαν τότε να διασωθούν μέσα στο δάσος, με επικεφαλής τον Ηγούμενο Παρθένιο, ανοικοδόμησαν εκ βάθρων το Μοναστήρι και τον Ιερό Ναό.
Δυστυχώς, ο παλαιός εκείνος ναός κάηκε εξ απροσεξίας κατά τα τέλη του 1842, από ξεχασμένο αναμμένο κερί. Χωρίς αναβολή, με την φροντίδα του τότε δραστήριου Ηγουμένου Μελετίου, άρχισε η ανοικοδόμηση νέου τρίκλιτου ναού, ο οποίος διατηρείται μέχρι και σήμερα. Κατά την νεότερη ιστορία της Μονής, επί Αγγλοκρατίας (1878-1960), ο σημαντικότερος πνευματικός σταθμός υπήρξε το έτος 1939, κατά το οποίο -μετά τον θάνατο του Ηγουμένου Ιακώβου- ο τότε Μητροπολίτης Πάφου Λεόντιος μετέτρεψε το σύστημα της λειτουργίας της Μονής από Ιδιόρρυθμο σε Κοινοβιακό. Για τον σκοπό αυτό προσκάλεσε Μοναχούς από την Μονή Σταυροβουνίου, με Προϊστάμενο τον Οσιώτατο Μοναχό Δαμασκηνό.
Μετά από τρία έτη απεβίωσε και ο Προϊστάμενος της Μονής Δαμασκηνός, οπόταν ο Μητροπολίτης Πάφου Λεόντιος χειροθέτησε σε Ηγούμενο τον Αρχιμανδρίτη Παγκράτιο.
Τον Απρίλιο του 1968 ανεπαύθη εν Κυρίω ο Ηγούμενος Παγκράτιος και την Ηγουμενία ανέλαβε από τότε ο νυν Ηγούμενος της Μονής Αθανάσιος.
Η Ιερά Μονή Τροοδιτίσσης πανηγυρίζει την 15η Αυγούστου, ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.